Η εκκλησιαστική παράδοση αναγνωρίζει ως έσχατον κριτή επί θεμάτων πίστεως την συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας.

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

Αρχιμ. Παῒσιος Παπαδόπουλος, Ο αποστεωμένος ορθολογισμός ορισμένων ποιμένων της Εκκλησίας (7 Ιουνίου 2016)




Γράφει ο Φώτης Κόντογλου: «Σιγά-σιγά, χωρίς να το καταλάβουμε, οι αιρετικοί πληθαίνουνε μέσα στην Εκκλησία μας, παρεκτός τους απ’ έξω. Οι απ’ έξω αιρετικοί είναι φανεροί. Εδώ θα μιλήσω για τους κρυφούς αιρετικούς, τους κρυφοδαγκανιάρηδες σκύλους, αυτούς που μας φέρνου­νε τον προτεσταντισμό και τον καθολικισμό από τη Δύση, εκεί που πάνε και σπουδάζουνε. Και πως να μην τον φέρουνε; Αργήσανε μάλιστα. 

Χρόνια και χρόνια γίνεται αυτή η δουλειά. Παράξενο θα ‘τανε να μην τον φέρουνε. Αυτοί, όμως, δεν φανερώνονται σαν αιρετικοί, μήτε κ’ οι όμοιοί τους τούς θεωρούνε για αιρετικούς. Μιλάνε συχνά, σαν παπαγάλοι, για ορθοδοξία, αλλά για μια ορθοδοξία «εξελιγμένη», συγχρονισμένη, «ευρωπαϊκή Ορθοδοξία». Τούτη η Ορθοδοξία που έχουμε και που την κληρονομήσαμε από τους πατεράδες μας, είναι παλιά, είναι βλάχικη Ορθοδοξία, που δεν πάει να την έχουνε μοντέρνοι άνθρωποι, που ζήσανε στην Ευρώπη και στην Αμερική! Κάθε τόσο έρχεται στην Ελλάδα μια φουρνιά από νεαρούς θεολόγους, που σπουδάσανε στην Ευρώπη και που δεν μπορούνε πια να χωνέψουνε τίποτα από τα δικά μας. Όλα τους φαίνονται κουτσά και στραβά, και δουλεύουνε φανατικά για να χαλάσουνε την αγνή και σωστή πίστη του λαού μας. Θα ‘λεγε κανένας πως γι’ αυτούς έγραψε ο απόστολος Παύλος τα παρακάτω λόγια: “ διὰ δὲ τοὺς παρεισάκτους ψευδαδέλφους, οἵτινες παρεισῆλθον κατασκοπῆσαι τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν ἣν ἔχομεν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἵνα ἡμᾶς καταδουλώσωνται”(Γαλάτ. 2, 4)».
Πραγματικά, η αλλοτρίωση που δεσπόζει στον τόπο μας στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης πλέον, έχει και το σκέλος του πνευματικού εκφυλισμού. Απλώνεται και στην νοοτροπία κάποιων ποιμένων της Εκκλησίας επειδή ακριβώς έχουν χάσει την αίσθηση της ορθόδοξης εν Πνευματι Αγίῳ εμπειρίας και ζητούνε «να θραφούμε θρησκευτικά με τα λογής - λογής ξένα άχερα». Γιατί άραγε; Μήπως, διότι τελικά δεν μπήκαν στο πνεύμα της Ορθοδοξίας αλλά έμειναν στους τύπους, στις τελετές και τα πανηγύρια που τους έκαναν εντύπωση αλλά και δεν κοπίασαν για την κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη; Προκειμένου να γνωρίσει κανείς αληθινά την Ορθοδοξία είναι αναγκαίο μαζί με την μυστηριακή ζωή και την γνώση της εξ ακοής πίστεως, δηλαδή την διδασκαλία της Εκκλησίας, χρειάζεται να θέλει και να αγωνίζεται στην παλαίστρα της ορθόδοξης ασκητικής βιωτής όπως μας την κληροδότησαν οι άγιοι Πατέρες. Όταν δεν μελετούμε την εν Χριστῷ ζωή των αγίων δεν ζούμε με την αγωνία τους να ευαρεστήσουμε στον Θεό, συνεπώς δεν ποθούμε και να τους ομοιάσουμε. Ακόμη όταν δεν μελετούμε τα συγγράμματά τους αποδυναμώνεται η ψυχή μας από την αγάπη για την ορθή πίστη που μας παρέδωσαν διαχρονικά ερμηνεύοντας τον λόγο του Θεού για την αποκάλυψη Του. Έτσι όμως κυριαρχεί χαύνωση στην ζωή των περισσοτέρων διότι τα πρότυπα τους δεν είναι οι άγιοι αλλά ορέγονται επισκοπικούς θρόνους. Όταν ο ποιμένας -τι λέγω; και όμως! – στερείται πνευματικών εμπειριών η πίστη γι’ αυτόν δεν είναι μια προσωπική συνάντηση με τον Χριστό αλλά καριέρα. Καταντά η δραστηριότητά του θρησκευτική ενασχόληση ενός τεχνοκράτη υπαλλήλου, ένα ξερό και γυμνό θρησκευτικό σύστημα με μια τυποποιημένη θρησκευτική συμπεριφορά που προκαλεί την αηδία σε όσους δεν γνώρισαν ακόμη τον Χριστό. Και γι’ αυτό δεν θέλουν μήτε να δουν μήτε να ακούσουν τίποτε που αφορά την Εκκλησία. Γίνεται, δηλαδή, αποκρουστικό παράδειγμα. Έτσι, όμως, θα ελκύσουμε ψυχές στην Εκκλησία; Δεν αναρωτιόμαστε, γιατί τόσοι και τόσοι άνθρωποι δεν εκκλησιάζονται; Για τους περισσοτέρους η θρησκεία -διότι με την εκκοσμίκευση αυτό γίνεται η εξ αποκαλύψεως πίστη καταντά θρησκεία- γίνεται μια άνετη απόδραση, μια άρνηση για μάχη, μια προδοσία της αποστολής μας. Πώς, λοιπόν, με τέτοια κατάσταση να υπάρξει αγώνας; Πέτυχαν με αρκετούς εκ των κληρικών οι αντίθεες δυνάμεις να απομακρύνουν τον λαό από την ευσέβεια. Ο πολύς ελληνικός λαός έμεινε στην ουσία ακατήχητος. Συζητάς και σου λέει ο άλλος, «το ίδιο είμαστε με τους καθολικούς». Ανταλλάξαμε τα διαμάντια της Ορθοδοξίας με κάτι χρωματιστές χάντρες σαν κι αυτές που έδιναν οι αποικιοκράτες στους ιθαγενείς των λαών που καταδυνάστευαν για να τους ξεγελούν με τα μπιχλιμπίδια. Ακούς τώρα επίσκοπο να ισχυρίζεται: « στο εξωτερικό η ορθοδοξία έχει προβλήματα, μην ακούτε τι σας λένε οι φανατικοί…, κάτι πρέπει να γίνει με την Σύνοδο να τα βρούμε με τους καθολικούς, τους προτεστάντες, τους μονοφυσίτες…». Οποία κατάντια!
Αν έτσι σκέπτονταν οι άγιοι απόστολοι, θα έλεγαν εκεί στα έθνη που πορεύθηκαν μετά την Πεντηκοστή και κήρυτταν:«δεν χρειάζεται η πίστη στον Ιησού Χριστό όπως μας την δίδαξε ο ίδιος ο Θεάνθρωπος, όλοι στον ίδιο Θεό πιστεύουμε». Όμως δεν προσπάθησαν οι Θεοκήρυκες να φέρουν το Ευαγγέλιο του Χριστού στα μέτρα των εθνικών και του περιβάλλοντός τους. Μόλα ταύτα η Χάρις έλαμψε και άνθησε και καρποφόρησε πλήθος αγίων αμέτρητο σε όλη την οικουμένη. Επίσης, πολλοί άγιοι Πατέρες, ενώ η Εκκλησία τους ενεπιστεύθη μικρό ποίμνιο, το αύξησαν με το παράδειγμα της αγίας ζωής τους. Με τα θαύματα που ενεργούσε η Χάρις του Θεού δια της προσευχής τους, κέρδιζαν την αγάπη και την εμπιστοσύνη των ανθρώπων και τους έβαζαν στους κόλπους της Εκκλησίας. Σήμερα αφήσαμε την προσευχή και πιάσαμε τους διαλόγους. Βέβαια, η εύκολη λύση! «Περνάμε και καλά, εκεί στις συναντήσεις, πίνουμε και καμιά μπύρα» έλεγε καθηγητής σε θεολογική Σχολή στους φοιτητές του. Η προσευχή, η άσκηση, η μελέτη, ο αγώνας με τα πάθη είναι δύσκολα πράγματα. Χρειάζεται δύναμη, υπομονή, επιμονή, διαρκή πάλη και κυρίως να είναι κανείς άνδρας! Θα ήμασταν πάντως πολύ αφελείς να πιστεύουμε ότι με τα γνωστά καμώματα στους διαλόγους θα κερδίσουμε τους ετεροδόξους στην ορθόδοξη πίστη ή την εύνοιά τους για να μπορέσουμε να εργασθούμε στα κράτη τους.
Στην Εκκλησία στο εξωτερικό μπορούμε να κηρύττουμε τον Χριστό με απλότητα, ευθύτητα, χωρίς να προκαλούμε, γνωρίζοντας βέβαια ότι είμαστε στη φωλιά του λύκου, όπως ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, και στις ημέρες μας, όπως εργάζεται ο Γέροντας Εφραίμ στην Αριζόνα και τα μοναστήρια του στην Αμερική. Μήπως οι σύγχρονοι άγιοι δεν έκαναν ουσιαστικά την μεγαλύτερη ιεραποστολή; Ο αγιασμός μας, αυτός, είναι ο καλύτερος τρόπος να ελκύσουμε ψυχές στον Χριστό. Το να κάνουμε υποχωρήσεις σε θέματα πίστεως αυτό είναι συνεταιρισμός με τον διάβολο! Το να θέλουμε να κάνουμε έργο Θεού χωρίς την Χάρη Του δείχνει ότι πορευόμαστε με πολύ ορθολογισμό, δηλαδή εγκοσμιοκρατικά. Η Εκκλησία του Χριστού όμως εξαπλώθηκε σε όλη την οικουμένη επειδή ενήργησε η Χάρις. Δεν μπορούμε να ομιλούμε για την Χάρη της Πεντηκοστής και να πορευόμαστε ανθρώπινα. Αν πραγματικά πιστεύουμε στο Πνεύμα της Πεντηκοστής ας αφήσουμε να ενεργήσει η Χάρις κάνοντας εμείς το ανθρώπινο μη στηριζόμενοι σε ανθρώπινους παράγοντες όταν μάλιστα δεν το επιτρέπει το προηγούμενο παράδειγμα των αγίων Πατέρων. Τι έκαναν οι άγιοι εν μέσω των εθνικών προσπαθούσαν να τα βρουν μαζί τους σε θέματα πίστεως; Αν όχι γιατί  προσπαθούν ορισμένοι ποιμένες να αλλάξουμε πορεία; Μήπως λοιπόν δεν ορθοτομούν; «Εξυμνούνε “τις ετερόδοξες θεολογίες” γράφει ο Κόντογλου, που είναι γεμάτες από την ψύχρα του ορθολογισμού κι από την ανυπόφορη μυρουδιά της απιστίας και του θανάτου. Πήρανε τα πρακτικά συνθήματα με τις υλιστικές σκο­πιμότητες από τους δυτικούς, που με το πρακτικό μυαλό τους καταντήσανε τη χριστιανική θρησκεία ένα εγκόσμιο σύστημα, και τα κουβαλήσανε σε τούτον τον τόπο» που άνθισε η αγνή κι αληθινή πίστη, και τσαμπουνάνε πως πρέπει να μιμηθούμε «τις ετερόδοξες θεολογίες που μας μιλάνε σήμερα για θεολογία της οικογένειας, θεολογία της εργασίας, θεολογία του γά­μου, θεολογία της ελευθερίας», κι άλλα τέτοια σπεσια­λιτέ, που σ’ αυτά καταγίνουνται οι πρακτικοί Ευρω­παίοι, και που η πρακτικότητα και η πολύ θετική δρα­στηριότητα τους φανερώνει καθαρά ότι «ουκ έχουσι μέλλουσαν πόλιν, αλλά την ώδε μένουσαν επιζητούσιν». Γι’ αυτούς, το έργο της Μάρθας είναι ανώτερο από της Μαρίας, κι ας είπε ο Χριστός το ανάποδο! Η «επιστημονική θεολογία» δεν δίνει καμμιά σημασία στο τι είπε ο Χριστός, αλλά σε ό,τι λέγει ο πρακτικός ορθός λόγος, μεγάλ’ η χάρη του! Αλλιώς, τί επιστή­μη θά ‘τανε;
Η Μάρθα είναι η πρακτική Ευρώπη, κ’ η Μαρία είναι η πνευματική Ελλάδα. Ωστόσο, οι ξιππασμένοι τούτοι δικοί μας, που «διαθέτουν κάποια ανεπτυγμένη κρίση», θαυμάζουνε τη Μάρθα, που πατά στερεά στη γη, και περιφρονούνε τη Μαρία, γιατί εκείνα που πι­στεύει είναι, για τους «ανθρώπους με κρίση και με σκέ­ψη», κάποια ασύστατα ονειροπολήματα και φαντα­σίες.
Κατά βάθος, τούτοι οι κύριοι και τον Χριστό τον ίδιο δεν τον θεωρούνε άξιο να είναι Θεός απάνω στη σημερινή τετραπέρατη και μηχανοκίνητη ανθρωπότη­τα, που θέριεψε με τις θετικές επιστήμες, αλλά δεν το φανερώνουνε, μήτε το λένε. Κρύβουνται φαρισαϊκά, μην έχοντας το θάρρος που έχει ο τίμιος άθεος. Αυτοί, κατά το παράδειγμα των πονηρών δασκάλων τους, θέ­λουνε μια θεολογία δίχως Θεό, για να μπορούνε κ’ οι θεολόγοι να είναι ελεύθεροι διανοητές, κι όχι περιορι­σμένοι από δόγματα κι από παπαδίστικα πράγματα. «Μακρυά, λένε, από τέτοιες πρωτόγονες αντιλήψεις, που μας εκθέτουν στα μάτια των πολιτισμένων λαών, μακρυά από ασκητάδες και ντερβίσηδες και Πατέρες και μάρτυρες που, από την αγραμματοσύνη τους, πέ­σανε θύματα του φανατισμού τους. Ο ευρωπαϊκός Χριστιανισμός είναι η σημερινή θρησκεία, συστηματο­ποιημένος, επιστημονικός, μελετημένος. Αυτός αντα­ποκρίνεται στη σημερινή επιστημονική μηχανοκρατία, που τα ελέγχει όλα».

Κατά τη δική μου γνώμη, αν είχα για τη θρησκεία του Χριστού την αντίληψη που έχουνε αυτοί οι άνθρω­ποι, θα έλεγα νέτα-σκέτα, πως δεν χρειάζεται ολότε­λα. Γιατί, το σύστημα της σημερινής ζωής τά ‘χει ρεγουλάρει όλα τόσο καλά, με το πρακτικό πνεύμα του, που δεν έχει καμμιά θέση αυτό το αναχρονιστικό πράγμα το λεγόμενο «Χριστιανισμός», που μοιάζει σαν το κομπογιαννίτικο γιατρικό μπροστά στα επιστημονικά φάρμακα. Ο Χριστιανισμός δεν είναι για πρακτικούς ανθρώπους, κατά τον λόγο του Χριστού, που είπε: “η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου”».


Πηγή: Βlog "Ακτίνες"